Πέμπτη 17 Μαΐου 2018

Η ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ

Η ΑΠΟΓΕΙΩΣΗ
Κάτσαμε όλοι στο τραπέζι, μακρόστενο ήταν, στην κεφαλή ο πατέρας, στην άλλη ο Χρίστος μας, θα ‘φευγε για την Αφρική, Λάγος Νιγηρίας, επιχειρήσεις Λεβέντη, κάναμε μαύρα μάτια να τον δούμε, να χαρούμε πως ήταν καλά, ύστερα από τη μεγάλη περιπέτεια στις φυλακές και στην αγχόνη, τον ξαναβλέπαμε και δεν πιστεύαμε, έχετε κάτι να φάω να σας αποδείξω πως είμαι ζωντανός, ήταν ένα κομμάτι ψάρι οφτό και μέλι άγριο, έφαγε, μαζί σας θα ΄μαι καμιά σαρανταριά μέρες ακόμα και το νου σας, μεγάλη δουλειά σας περιμένει, να το μάθει ο κόσμος όλος, και τώρα πάλι ήρθε η ώρα να φύγει, ο πατέρας έπιασε το κλάμα, θα ήπιε καμιά παραπάνω, τι κλαις ρε μάνα μου του λέει η μάνα, φεύγει ο Τάκης, καλά το ξέραμε, μας το είπε, το χωνέψαμε, σε λίγο πρέπει να ετοιμαστούμε για το αεροδρόμιο, ήταν το παλιό της Λευκωσίας, κάτι παράγκες στην αρχή, τότε, ύστερα το έκαμαν πολυτελείας, να πηγαίνουμε στα νιάτα μας να τρώμε παγωτό, να βλέπουμε κόσμο να μπαινοβγαίνει, το έφαγαν το φίδια κι οι κουφάδες οι τούρκοι με τις βόμβες ραγδαίες βροχές.
Κατεβήκαμε, δεν θέλω βαλίτσες, λέει, εκεί που πάω έχω από όλα, λίγα χρόνια ήταν εδώ η ζωή μου, θα σας στείλω τον Παράκλητο, πρώτη φορά ακούαμε γι’ αυτόν, τι ήταν από πού θα ‘ρχόταν, εσύ μας έλεγες πως θα ‘σαι πάντα μαζί μας, είμαι και θα είμαι, ανάμεσά σας πάντα, αλλά θα χρειαστείτε δύναμη, έρχεται σε λίγες μέρες, πηγαίνετε τώρα στο καλό, κι εγώ στο καλύτερο, στον Πατέρα. Μπήκε στ’ αεροπλάνο και απογειώθηκε.
Στέλιος Παπαντωνίου