Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Στην Κυθρέα

Στέλιου Παπαντωνίου

Στην Κυθρέα

Τ’ όνειρο απλώνεται σαν τα σεντόνια της γιαγιάς
Μυρίζει γιασεμί, κυλά σαν δροσερό ρυάκι στην Κυθρέα
Κι οι χήνες βγαίνουν στο σεριάνι συζητώντας δυνατά
μαύρες υγραμένες πέτρες, ποταμίσιες θύμησες.  
Ένας λειμώνας ανθρωπιάς, οι λέξεις αγνοούνται,
κρύβονται στις καρδιές τους,
ο Πάμπος, η Αντρούλα, ο Τάκης, η Μαρίτσα,
Λέγε της Χαμπούς, να καταλάβουν.
Κι οι Αριστείδηες.

Στο δρόμο παρακάτω, στροφές  σπιτάκια σφηνωμένα
Σφικταγκαλιασμένα, γαλήνια η εκκλησιά,
Ως να βρούμε του πατέρα το σόι
Το Θωμά και τη Γιωργούλα,
Τον Παύλο και την Άννα
Μεγάλες αγκαλιές, αρχοντικές,
Κάτι σμαράγδια μάτια
Λάδι στο πιάτο και τεράστιες ελιές.
Παρέκει ο Στυλής, η Αντρονίκη, ο Αντρέας.

«Τα κλωνάρια δεν πρέπει να ξεχνιούνται», λένε,
Να βρίσκεστε σαν μεγαλώσετε
Άλλος στο Λονδίνο, στην Αραπιά, στο συνοικισμό.

Μένει τ΄όνειρο στο  πικρό χαμόγελο
Βυθοσκοπώντας  τους κρυφούς καημούς
και τις αγιάτρευτες πληγές μας.