Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

Λόγος περί ποιήσεως και ποιητών

Λόγος περί ποιήσεως και ποιητών
Του Στέλιου Παπαντωνίου

Ποίηση, εκείνη η χαραμάδα από την οποίαν εξέρχεται το ασυνείδητο, υποσυνείδητο, συνειδητό, και εκφράζεται προπάντων με εικόνες, γιατί δεν είναι λόγος μόνο αλλά και άλογο, άρα δεν είναι συλλογιστική, μαθηματικοί τύποι, ούτε φυσικά όντα και φαινόμενα, αλλά πολλές φορές είναι αυτά τούτα τα υπερφυά. Άρα είναι πιο κοντά στην τέχνη, αφού λογοτεχνία, και όσο πιο μακριά από την επιστήμη. Αφού έρχεται από τα βάθη εκείνα και του ασυνειδήτου, εν πολλοίς είναι και πρέπει να είναι στη φύση της το μη εύληπτον, το μη καταληπτόν, γι’ αυτό χρειάζεται και τη μαντική που είναι κοντά στη μανική, όπως εξηγεί ο Πλάτων. Αλλά δεν αντιστοιχεί ούτε στην πραγματικότητα, γιατί ο ποιητής ως δημιουργός, ποιεί ή δημιουργεί έναν άλλο κόσμο, στον κόσμο του πνεύματος, την άνω Ελλάδα, όπως λέει ο Ελύτης, που όμως πρέπει να είναι σύμφωνη με το εικός και αναγκαίο,  δηλαδή εύλογα να προσλαμβάνεται ότι είναι δυνατόν να υπάρχει, άρα δεν πρόκειται περί του αχαλίνωτου φαντασιακού κόσμου του ψευδέστατου.  Κι αυτός δίνεται, όπως και για την τραγωδία λέει ο Αριστοτέλης, ηδησμένω λόγω,  με ρυθμό και συνδυασμούς αρμονικών λέξεων και φράσεων , πέραν της πεζολογίας, από την οποία, κατά τη νεότερη γλωσσολογία, όσο απομακρύνεται τόσο το καλύτερο. Παρθένες οι λέξεις. Αλλά και πάλι δεν μπορεί να είναι βερμπαλισμός, μια λεξιθηρία κενή περιεχομένου. Γιατί ενοχλείς τις λέξεις, ρωτά ο Μόντης, αν δεν έχεις τίποτε να πεις;

Ο Σεφέρης βρίσκει πως η ποιητική κατάσταση είναι μια σύνθεση, όπου ρυθμός, μελωδία, εικόνες, λόγος, συνυπάρχουν, μια κατάσταση στην οποία δύσκολα μπαίνεις και ίσως είναι ελαχίστου χρόνου, γι’ αυτό κι ο Βαλερύ  λέει πως τον πρώτο στίχο μας χαρίζουν οι θεοί αλλά τους λοιπούς τους γράφουμε  με το αίμα , με μόχθο πολύ.

Ενώ σε γενικές γραμμές αυτά και άλλα λέγονται περί ποιήσεως, ο κάθε ποιητής την βιώνει διαφορετικά, γι’ αυτό κι έχει διαφορετικό λόγο να πει για το φαινόμενο της συγγραφής ή τι είναι ποίηση. Ποίηση δεν είναι Ιστορία, να αναφέρεται στα γενόμενα, λέει ο Αριστοτέλης, ούτε και φιλοσοφία, αλλά μπορεί να μιλήσει φιλοσοφικά ο ποιητής ή ποιητικά ο φιλόσοφος,  γιατί συμπίπτουν στο καθόλου.

Όπως λέει ο Αριστοτέλης, η ποίηση είναι φιλοσοφικότερη της Ιστορίας.  Η έκφραση των καθόλου απαιτεί όπως ο ποιητής  σβήνει όσο το δυνατόν την προσωπικότητά του, το εγώ του, για να εκφράζει πανανθρώπινα συναισθήματα και συλλήψεις,διαιώνια ισχύοντα.  Κι αυτά όμως φανερωνόμενα μέσα από τον κόσμο του μύθου, λέει ο Αριστοτέλης, δηλαδή του δημιουργημένου από τον άνθρωπο κόσμου, όχι από τον πραγματικό. Ο τρωικός πόλεμος είναι ιστορικό γεγονός, η Ιλιάδα όμως είναι δημιούργημα του Ομήρου μέσα στον κόσμο  του μύθου, κατά το εικός και το αναγκαίον.
Προσπαθώντας να πούμε τι δεν είναι ποίηση και λίγο τι είναι, αντιλαμβανόμαστε ότι συνεχώς μιλούμε για τον κόσμο του πνεύματος και όχι της ύλης ή της φύσης στην επιστημονική της εκδοχή, αλλά και από την άλλη ότι πάντα κάτι μένει το άληπτον, το ασύλληπτο, αυτό το ανέκφραστο και ανερμήνευτο που είναι η ποίηση ή η ειδοποιός της διαφορά από τα στιχουργήματα.

Ίσως εδώ να αντιλαμβανόμαστε και καλύτερα το λόγο του Πλάτωνα,  αν δεν γράφει με μανία ο ποιητής και είναι σώφρων, στηριζόμενος στην κατοχή της τέχνης του , η ποίηση του σωφρονούντος χάθηκε από την ποίηση του μανικού ποιητή. Και για να το πούμε αλλιώς, από  το μαίνομαι,μανία, μανικός, προήλθαν κι οι μαινάδες, που μας ανάγουν ή κατάγουν στα βάθη της ζωής, στον πανάρχαιο άνθρωπο, κοντά στη φύση, στον πρωτόγονο, πιο κοντά στα πνεύματα και στους θεούς, στις άλλες δυνάμεις, γι’αυτό και η παρθενική ματιά κι ο θαυμασμός για τον οποίο λέγαμε, κι η παρθενική χρήση των λέξεων, από έναν άνθρωπο που μόλις βγήκε από τα χέρια του Θεού.


Αρκείτω ο λόγος.